Πρός τούς Κρατουμένους τῶν ἑλληνικῶν Καταστημάτων Κράτησης «...Αὐτός σου τηρήσει κεφαλήν, καί σύ τηρήσεις αὐτοῦ πτέρναν»(Γενέσ. 3, 15)
Ἀγαπητοί μας ἐν Χριστῷ ἀδελφοί Κρατούμενοι, Ὅλοι, σχεδόν, οἱ Ἕλληνες αὐτές τίς ἡμέρες εὔχονται, αἰῶνες τώρα, ὁ ἕνας στόν ἄλλο Καλά Χριστούγεννα,πού σημαίνει γέννα, γέννηση Χριστοῦ. Κι αὐτή ἡ γέννα ἦταν ἡ προσδοκία ὅλων τῶν ἐθνῶν καί γιά πολλούς αἰῶνες. Ἀπό τότε πού ὁ Θεός ὑποσχέθηκε αὐτή τή γέννα, ὅταν εἶπε τήν προφητεία πού δημιούργησε αὐτή τή γλυκιά προσδοκία. Ποιά ἡ προφητεία; «...Αὐτός σου τηρήσει κεφαλήν, καί σύ τηρήσεις αὐτοῦ πτέρναν» (Γενέσ. 3, 15). Δηλαδή αὐτός ὁ Χριστός, πού θά γεννηθεῖ ὑπερφυσικά ἀπό παρθένο γυναίκα, θά σοῦ συντρίψει τήν κεφαλή καί θά σέ ἀφανίσει τελείως. Καί σύ, ὁ διάβολος, θά τοῦ δαγκάσεις μόνο τήν πτέρνα καί θά τοῦ προξενήσεις μέ τά ὄργανά σου μόνο πόνο στήν ἀθρώπινη φύση του. Ἦταν τότε πού ὁ ἄνθρωπος ζοῦσε κοντά στό Θεό. Παράδεισος ἦταν ἡ ζωή του. Ὅλα τά εἶχε. Τίποτε δέν τοῦ ἔλειπε. Δέν πονοῦσε. Δέν ἔκλαιγε. Δέν πέθαινε... Ὅμως δέν ἔμεινε στήν ὄμορφη αὐτή ζωή. Ὁ διάβολος φθόνησε τή ζωή του. Κι ἕνα θλιβερό δειλινό, παρασυρόμενος ἀπό τήν κακή συμβουλή του, ἔπεσε.Τότε τά ἔχασε ὅλα. Ὁ πόνος βάρυνε τήν καρδιά του. Καί τό κλάμα ἔγινε τό σιωπηλό τραγούδι τῆς ζωῆς του. Αὐτό τό κλάμα, σάν κληρονομιά, ἄφησαν οἱ δυό πρωτόπλαστοι σέ ὅλους τούς ἀπογόνους τους. Εὐτυχῶς ὅμως καί μιά ἐλπίδα.Εἶναι ἐκεῖνο πού εἶπε ὁ Θεός στόν καμουφλαρισμένο, μέ τή μορφή τοῦ φιδιοῦ, διάβολο: «Καί ἔχθραν θήσω ἀνά μέσον σοῦ καί ἀνά μέσον τῆς γυναικός καί ἀνά μέσον τοῦ σπέρματός σου καί ἀνά μέσον τοῦ σπέρματος αὐτῆς· Αὐτός σου τηρήσει κεφαλήν, καί σύ τηρήσεις αὐτοῦ πτέρναν».Θά βάλω ἔχθρα καί μίσος ἀνάμεσα σέ σένα, τό διάβολο, καί τή γυναίκα αὐτή. Καί ἀνάμεσα στούς ἀπογόνους σου καί στόν ἀπόγονο αὐτῆς, πού θά γεννηθεῖ μέ τρόπο ὑπερφυσικό. Αὐτός θά σοῦ συντρίψει τό κεφάλι καί σύ μόνο θά τοῦ δαγκάσεις τήν πτέρνα. Ὁ λόγος αὐτός τοῦ Θεοῦ καλλιέργησε, μέ τόν καιρό, στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων μιά γλυκιά προσδοκία. Τήν προσδοκία τοῦ ἀπογόνου τῆς γυναίκας. Τήν προσδοκία τοῦ Λυτρωτῆ.Παντοῦ οἱ ἄνθρωποι κάνουν λόγο γιά τόν ἐρχομό τοῦ Λυτρωτῆ. * Στήν Ἀθήνα: Ὁ Σωκράτης, ὁ μεγάλος αὐτός σοφός τῆς ἀρχαιότητας, εἶπε στήν ἀπολογία του πρός τούς Ἀθηναίους: «Ὤ Ἀθηναῖοι! Ἔργο μου ἦταν νά σᾶς κεντῶ. Νά σᾶς ἀφυπνίζω. Ὑπῆρξα ἡ βουκέντρα τῆς πόλης σας. Μέ τό θάνατό μου ὅμως θά ἐκλείψει ἡ ἀφυπνιστική αὐτή φωνή. Σεῖς δέ, ἀφοῦ κανένας δέν θά σᾶς ἐνοχλεῖ πιά, θά πέσετε σέ ὕπνο βαθύ. Καί θά διαρκέσει ὁ ὕπνος αὐτός αἰῶνες. Μέχρις ὅτου ὁ Θεός σᾶς λυπηθεῖ καί στείλει τό Μέγα Ἀφυπνιστή». * Στή Ρώμη: Ἐδῶ ὁ Βιργίλιος κάνει λόγο συχνά γιά τό «Θεῖο Παιδί»,πού θά ἐπαναφέρει στόν κόσμο τό χρυσό αἰώνα. Καί τελειώνει τό λόγο του μέ τήν ἑξῆς ὑπέροχη ἐπίκληση: «Ἐλθέ, πολυτίμητε Υἱέ τοῦ Θεοῦ, Μεγάλε Υἱέ τοῦ Ὑψίστου! Ρίξε τό βλέμμα σου στήν ἀνθρωπότητα, πού κλονίζεται ἀπό τό βάρος τῆς δυστυχίας»! * Στήν Κίνα: Στήν Κίνα ὅλες οἱ παραδόσεις μιλοῦν γιά τόν προσδοκώμενο «Οὐρανάνθρωπο». * Στήν Αἴγυπτο: Στή χώρα τῆς Αἰγύπτου ὅλοι περιμένουν ἀνυπόμονα τόν «ἀπόγονο τῆς γυναίκας»πού θά φέρει τή σωτηρία. * Στήν Ἀμερική: Ὅταν ὁ Κολόμβος ἀνακάλυψε τήν Ἀμερική, οἱ περιηγητές διαπίστωσαν ὅτι καί ἐκεῖ, στίς πιό ἄγριες φυλές, ὑπῆρχε ἡ προσδοκία τοῦ Λυτρωτῆ,ἡ προσδοκία τοῦ Μεσσία. * Στή γῆ τοῦ Ἰσραήλ: Ἀλλά ἐκεῖ ὅπου πιό ἔντονα ὑπῆρχε ἡ προσδοκία τοῦ Λυτρωτῆ ἦταν ἡ γῆ τοῦ Ἰσραήλ. Ἐδῶ πιά ἡ προσδοκία αὐτή γίνεται μιά λαχτάρα, ἕνα καρδιοχτύπι. «Κάτω ἀπό τή φιλόξενη φυλλωσιά τῆς συκῆς, κάθεται σταυροπόδι ὁ Ἰσραηλίτης καί σκυμμένος πάνω στήν Παλαιά Διαθήκη ἐρευνᾶ καί μονολογεῖ: Πότε ἄραγε θά ἔρθεις, Κύριε, πότε; Αἰῶνες τώρα σέ περιμένει ὁ πιστός σου Ἰσραήλ μέ ἀγωνία. Καί τότε πού θρηνολογοῦσε ἐξόριστος τά παθήματά του στά ποτάμια τῆς Βαβυλώνας καί τώρα πού συνεχίζεται τό μαρτύριό του κάτω ἀπό τά χτυπήματα τῆς Ρώμης καί τούς βανδαλισμούς τῶν Τετραρχῶν της. Αἰῶνες τό ὅραμα τοῦ Μεσσία φεγγοβολάει μπροστά στά μάτια τῆς ψυχῆς μας. Πότε θά μᾶς ἔρθεις, Κύριε, πότε;». Καί ἦρθε ὁ Κύριος. Ἦταν νύχτα ὅταν ἦρθε. Ἦταν μιά χειμωνιάτικη νύχτα ὅταν γεννήθηκε ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου. Μιά νύχτα κρύα. Μιά παγωμένη νύχτα. Ἀλλά γιατί τότε γεννήθηκε ὁ Ἰησοῦς; Γιατί καί οἱ ἄνθρωποι νύχτα εἶχαν, τότε, στά μυαλά τους. Πνευματική νύχτα. Δέν λάτρευαν πιά τόν Κτίστη, ἀλλά τά κτίσματα. Ἄστρα, πουλιά καί ζῶα. Καί μέσα στίς καρδιές τους εἶχε παγώσει κυριολεκτικά ἡ ἀγάπη. Παγωμένες ἦταν οἱ καρδιές τους. Σάν τίς παγωμένες χειμωνιάτικες νύχτες. Γι’ αὐτό τό λόγο γεννήθηκε ὁ Ἰησοῦς μιά χειμωνιάτικη νύχτα. Καί σάν γεννήθηκε Ἐκεῖνος, ἡ νύχτα ἔγινε ἡμέρα. Ἡ ἄγνοια ἔδωσε τή θέση στή γνώση. Καί τό ψέμα ἄνοιξε τό δρόμο στήν ἀλήθεια. Μιά ἀλήθεια, πού ἔφερε τούς ἀνθρώπους κοντά στό Θεό. Στόν ἀληθινό Θεό. Καί ἐκεῖνο τό μίσος, πού φώλιαζε αἰῶνες στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων, ἐκείνη ἡ κακία, παραμέρισαν καί θρονιάστηκε στήν καρδιά ἡ ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη, πού κήρυξε ὁ Ἰησοῦς καί ἡ ὁποία κατέπληξε τόν κόσμο ὅλο. Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί Κρατούμενοι, Ὅσοι ἔχουμε ἀκόμη νύχτα πνευματική, ἄς ἀφήσουμε στό Χριστό τή νύχτα μας αὐτή νά τήν κάνει ἡμέρα. Καί ὅσοι, πάλι, ἔχουμε στίς καρδιές μας τήν κακία, ἄς τήν ἀποβάλλουμε καί στή θέση της ἄς θρονιασθεῖ ἡ χριστιανική ἀγάπη. Καί τότε θά γιορτάσουμε Χριστούγεννα. ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΜΕ ΤΟ ΧΡΙΣΤΟ. Χρόνια Πολλά. Καί ἡ νέα χρονιά νά εἶναι εὐλογημένη καί εἰρηνική γιά ὅλους. Μέ ἐγκάρδιες εὐχές καί ἀγάπη Αρχιμ. Γερβάσιος Ραπτόπουλος Διάκονος των Κρατουμένων |